25-07-17 Η ομιλία του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κ. Γαβρόγλου για το σχέδιο νόμου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

24 07 17gavr

25-07-17 Η ομιλία του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κ. Γαβρόγλου για το σχέδιο νόμου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

 

Στην πρωτολογία του ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κώστας Γαβρόγλου ανέφερε:

Νομίζω ότι το Νομοσχέδιο  αυτό είναι το πρώτο που θυμάμαι που να έχει κατηγορηθεί και να του έχει γίνει κριτική με τόσο έωλη επιχειρηματολογία. Έχουν χρησιμοποιηθεί λέξεις κι εκφράσεις – εγώ καταλαβαίνω το θέμα της πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά εδώ νομίζω ότι  έχουν ξεπεραστεί τα όρια- και μέσα από ένα ορυμαγδό άδικων κατηγοριών έγινε μία προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα αρνητικό κλίμα. Ελπίζω ότι οι συζητήσεις εδώ και στη συνέχεια στην Ολομέλεια θα αναδείξουν τουλάχιστον τα επιχειρήματα, θα αναδείξουν τα θετικά στοιχεία και είμαι σίγουρος ότι θα υπάρχουν και είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξουν και αδυναμίες τις οποίες είμαι σίγουρος ότι θα προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε μέχρι την ολοκλήρωση της συζήτησης στην Ολομέλεια.

Σήμερα θα ήθελα να παρουσιάσω κάποια στοιχεία ώστε να αρχίσει η συζήτηση και να δούμε στο τέλος ποιες εκκρεμότητες έχουν μείνει. Το Νομοσχέδιο αυτό αποτελεί την κορύφωση των νομοθετικών μας πρωτοβουλιών για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, πρωτοβουλίες οι οποίες άρχισαν από τον Ιανουάριο του 2015, και εντάσσεται – κι αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία- στον Ενιαίο χώρο Εκπαίδευσης και Έρευνας.

Το Νομοσχέδιο αυτό έχει ορισμένα χαρακτηριστικά που διαπερνούν σχεδόν όλες τις διατάξεις του. Το πρώτο είναι ότι θεσπίζει, κι αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία και θα το λέμε και θα το ξαναλέμε, ένα σύνολο ακαδημαϊκών κανόνων. Έχει μία σημασία να δούμε ποια είναι η κατάσταση στα Πανεπιστήμια τα τελευταία έξι χρόνια, μετά την ψήφιση το 2011 ενός Νομοσχεδίου που ψηφίστηκε τότε με πολύ μεγάλη πλειοψηφία αλλά όπως είχαμε προβλέψει τότε και τώρα δυστυχώς υποφέρουμε από αυτό το πρόβλημα που οδήγησε στην απορρύθμιση της καθημερινότητας. Απορρύθμιση σημαίνει να κάνουν πολλοί ό,τι σχεδόν τους κατέβει, χωρίς να υπάρχουν πλαίσια κανόνων και πλαίσια που κατοχυρώνουν κάποια συναίνεση. Εμείς προσπαθούμε και για τα θέματα των Προπτυχιακών, κυρίως όμως για τα θέματα των Μεταπτυχιακών, των Διδακτορικών και της Διά Βίου Εκπαίδευσης να ξαναφέρουμε στην επιφάνεια το θέμα των ακαδημαϊκών κανόνων.

Το δεύτερο έχει σχέση με τη δωρεάν πρόσβαση στα Μεταπτυχιακά προγράμματα όσων δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τα δίδακτρα σε αυτά τα προγράμματα. Μέχρι τώρα, τα Πανεπιστήμια είχαν την αποκλειστική ευθύνη των προϋπολογισμών και του προγράμματος σπουδών. Εμείς έχουμε κάνει μία εκτεταμένη έρευνα την οποία θα ξεδιπλώσουμε μέχρι και την επόμενη Τρίτη, ως προς τα είδη των προϋπολογισμών που σ’ ένα μεγάλο ποσοστό είναι δυστυχώς πολύ πρόχειρα γραμμένη και δεύτερον για το πώς υπολογίζονται τα δίδακτρα. Γιατί τα δίδακτρα πρέπει να υπολογίζονται σύμφωνα με το κόστος όχι σύμφωνα με τη ζήτηση.  Έχουμε να κάνουμε μ’ ένα δημόσιο Πανεπιστήμιο που προσφέρει γνώση. Υπήρχαν λοιπόν, πάρα πολλά παιδιά τα οποία είχαν τα ακαδημαϊκά προσόντα να παρακολουθήσουν αυτά τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα, αλλά δεν είχαν τις οικονομικές δυνατότητες. Εμείς λοιπόν εδώ αναλύουμε έναν αλγόριθμο και λέμε ότι βάσει αυτού του αλγορίθμου, παιδιά κάτω από ένα εισόδημα θα έχουν το δικαίωμα να είναι δωρεάν η φοίτησή τους. Αυτό γίνεται για πρώτη φορά και νομίζουμε ότι είναι κάτι το πολύ θετικό.

Το τρίτο, μέσα ακριβώς σ αυτό το απορρυθμισμένο τοπίο υπήρξαν τεράστια προβλήματα διαφάνειας στη διαχείριση των κονδυλίων. Βάζουμε κανόνες ως προς αυτά τα θέματα. Υπήρχε κι ένα πρόβλημα δημοκρατίας στη διάρθρωση της  Διοίκησης.  Δεν νοείται να συνεδριάζουν Σύγκλητοι με 104, 120 θέματα και σε λίγες ώρες -όπου λίγες ώρες  εννοούμε τρεις με τέσσερις- να συζητούνται, σε εισαγωγικά, όλα αυτά τα ζητήματα. Είναι μία πίεση σε όλους όσους ασκούν Διοίκηση και δεν είναι δημοκρατικό. Άρα, για να επιλύσουμε αυτό το πρόβλημα επαναφέρουμε τον παλιό θεσμό του Πρυτανικού Συμβουλίου  με τον οποίον συμφωνούν όλοι οι Πρυτάνεις και όλοι οι Αντιπρυτάνεις.

Επίσης, για πρώτη φορά θεσμοθετούμε νέους θεσμούς. Ένας απ αυτούς τους θεσμούς είναι τα Ακαδημαϊκά Περιφερειακά Συμβούλια όπου πάλι για πρώτη φορά τα Πανεπιστήμια, τα ΤΕΙ και τα Ερευνητικά Κέντρα συνυπάρχουν στον ίδιο θεσμό και συζητάνε και μεταξύ τους τις δυνατότητες που θα έχουν τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά μας Ιδρύματα με τα Ερευνητικά μας Κέντρα να συμβάλουν στις αναπτυξιακές προοπτικές των Περιφερειών. Όπως επίσης, για πρώτη φορά δημιουργούνται διετείς δομές στις οποίες θα έχουν προνομιακή πρόσβαση οι απόφοιτοι των Επαγγελματικών Λυκείων και οι οποίες διετείς σπουδές θα μπορούν να  παρέχουν επαγγελματικά πιστοποιητικά ευρωπαϊκών προσόντων. Τα παιδιά, δηλαδή, όταν θα τελειώνουν αυτές τις διετείς δομές οι οποίες θα είναι κάτω από την επιστημονική σκέπη των Ιδρυμάτων θα έχουν τη δυνατότητα να πάρουν αυτά τα πτυχία και να μην ταλαιπωρούνται όπως ταλαιπωρούνται τώρα με το Επαγγελματικό Λύκειο.

Επειδή λέχθηκαν διάφορα στην διαδικαστικού τύπου συζήτηση πριν, να γνωρίζουν οι συνάδελφοι ότι από τις 26 Μαΐου υπήρχε το Νομοσχέδιο αυτό δημοσιοποιημένο, 1η Ιουνίου ανέβηκε σε διαβούλευση, παρατάθηκε η διαβούλευση, είχαμε γύρω στα 1000 σχόλια και γενικά από τις 26-27 Μαΐου και μετά, συζητάμε αυτό το Νομοσχέδιο. Μην κατηγορηθούμε λοιπόν ότι είναι ένα πράγμα που φέρνουμε σε μία νύχτα κτλ και δεν υπάρχει λόγος να δημιουργούνται εντυπώσεις. Η διαδικασία που ακολουθούμε είναι μία κανονική διαδικασία, το γνωρίζουμε πολύ καλά. Ας δούμε, λοιπόν,  τα επί της ουσίας και να μην υπάρχει μία πολιτική αντιπαράθεση που να βασίζεται στις εντυπώσεις και όχι στα επιχειρήματα.

Μέσα ακριβώς σ ’αυτό το πλαίσιο του ενιαίου χώρου εμείς προσπαθούμε να δούμε και τη νέα κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα ΤΕΙ. Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα ΤΕΙ, ιδιαίτερα στα τελευταία 15 χρόνια είναι μία κατάσταση που έχει μεταμορφώσει πάρα πολλά τμήματα των ΤΕΙ, έχει αναδείξει ερευνητικά και ακαδημαϊκά επίσης πολλά Τμήματα, και είναι μία νέα πραγματικότητα. Τα ΤΕΙ τα σημερινά δεν είναι τα ΚΑΤΕ τα παλιά, δεν είναι καν εκείνα τα ΤΕΙ εκείνα τα οποία έρχεται ο Νόμος το 2003 που τα μετατρέπει σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Τα ΤΕΙ είναι Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και σήμερα η Έρευνα και η Εκπαίδευση που παρέχουν πολλά Τμήματα -όχι όλα προφανώς- είναι εξαιρετικού επιπέδου. Αυτό είναι μία πραγματικότητα στην οποία η Πολιτεία πρέπει να σκύψει και πρέπει να την αναγνωρίσει και πρέπει να την εκφράσει και θεσμικά. Γι’ αυτό θα προχωρήσουμε και στην σύνταξη μιας Επιτροπής που θα βρει τα κριτήρια και να προχωρήσει στη συνέχεια στη μελέτη διαφόρων Τμημάτων που να μπορούν να παρέχουν και Διδακτορικά.

Θέλω να πούμε ορισμένα θέματα τα οποία έχουν συζητηθεί πάρα πολύ στο δημόσιο χώρο -δεν θα  πάω αναλυτικά σε όλα τα ζητήματα θα έχουμε καιρό στις απαντήσεις και στην κατά άρθρο συζήτηση να τα δούμε. Ένα από τα θέματα το οποίο έχει δημιουργήσει συζήτηση είναι το πρόβλημα των Μεταπτυχιακών Σπουδών. Κοιτάξτε, οι Μεταπτυχιακές Σπουδές, αποτελούν ένα από τα πολλά ζητήματα των Ελληνικών Πανεπιστημίων. Και θέλει μία προσοχή, στην κουβέντα μας εδώ και στην κουβέντα μας στην Ολομέλεια να σεβαστούμε το επίπεδο που με τόσο κόπο έχουν κατακτήσει τα Ελληνικά Πανεπιστήμια.  Αυτό είναι κάτι το δεδομένο, είναι κάτι που αντανακλάται πολλαπλά και θέλει ένα σεβασμό όταν μιλάμε για τα Πανεπιστήμια, όταν μιλάμε γι’ αυτά με ένα απαξιωτικό τρόπο. Ξέρουμε ότι οι Μεταπτυχιακές Σπουδές τις οποίες έστησαν Πανεπιστημιακοί με τεράστιο κόπο, με πολύ λίγη βοήθεια από την Πολιτεία όλα αυτά τα χρόνια, αποτελούν μία από τις πολύ μεγάλες επιτυχίες. Υπάρχουν όμως και σ’ αυτό το χώρο κάποιες πολύ μεγάλες «ανορθογραφίες». Δεν θα ήθελα να χρησιμοποιήσω άλλη έκφραση, είναι όμως σοβαρές αυτές οι «ανορθογραφίες» και είναι τέτοιες που ουσιαστικά αμαυρώνουν το κύρος των Μεταπτυχιακών. Και θέλουμε εμείς να είμαστε πολύ ειλικρινείς -κι ελπίζω όλοι μας-  ώστε να μπουν κανόνες ώστε να γίνει πολύ πιο δύσκολη η συνέχεια αυτής της αυθαιρεσίας και πολύ πιο εύκολη η ανάδειξη των ουσιαστικών και ποιοτικών Μεταπτυχιακών Σπουδών. Με αυτή τη λογική έχουμε θέσει κάποιους ακαδημαϊκούς κανόνες. Παραδείγματος χάριν –ακραίο το παράδειγμα που θα σας δώσω αλλά μπορείτε να κάνετε την επέκταση του: Είναι δυνατόν Τμήματα με μηδέν προσωπικό να έχουν Μεταπτυχιακά; Δεν είναι! Αυτά όμως δεν βγήκε ποτέ κανείς να τα καταγγείλει. Δεν είπε ποτέ «παιδιά, σταματήστε αυτήν την κατάσταση». Ούτε με ένα άτομο, ούτε με δύο άτομα ακόμα κι αν αυτά τα άτομα είναι εξαιρετικής ποιότητας.  Εδώ λοιπόν λέμε ότι αν κάποιος θέλει να κάνει ένα Μεταπτυχιακό, ένα ποσοστό των διδασκόντων σ’ αυτό το Μεταπτυχιακό πρέπει να είναι από το Τμήμα που συντονίζει τα Μεταπτυχιακά.

Το δεύτερο: σήμερα στην Ευρώπη, και μπορώ να σας πω ότι γενικεύεται αυτό, δεν υπάρχουν Μεταπτυχιακά με πολλές κατευθύνσεις. Υπάρχουν πολλά Μεταπτυχιακά πολύ εξειδικευμένα, όπως πρέπει να είναι τα Μεταπτυχιακά. Εμείς εδώ έχουμε ένα τεράστιο αριθμό κατευθύνσεων σε πολλά Μεταπτυχιακά. Υπάρχουν Τμήματα με 21 κατευθύνσεις. Υπάρχουν Τμήματα με 18 κατευθύνσεις και διάφορες υποειδικότητες. Νομίζω δεν περιποιεί τιμή στην προσπάθεια που κάνουν οι  Πανεπιστημιακοί να στήσουν τα ποιοτικά Μεταπτυχιακά όταν έχουμε τέτοιες καταστάσεις κι όταν δεν έχει το αντίστοιχό του στην Ευρώπη.

 Το τρίτο είναι κάτι που θέλω να το εκφράσω με πολύ προσεκτικό τρόπο αλλά θέλω να γίνει κατανοητό το πρόβλημα που κρύβεται πίσω απ’ αυτό. Είναι ότι υπάρχει ένας σχετικά μικρός αριθμός διδασκόντων οι οποίοι μπορούν να βγάλουν έως και 100% του μισθού τους διδάσκοντας στα Μεταπτυχιακά.  Εμείς θεωρούμε ότι αυτό δεν πρέπει να γίνεται. Και το επιχείρημα που λέει ότι αν δεν έχουν κίνητρα δεν θα κάνουν μάθημα, την Πολιτεία δεν την συγκινεί. Και δεν τη συγκινεί διότι αυτό το επιχείρημα θεωρεί ότι το μοναδικό κίνητρο είναι τα έξτρα χρήματα. Το κίνητρο στα Μεταπτυχιακά είναι η ηθική ικανοποίηση ότι διδάσκεις στους εξειδικευμένους επιστήμονες του μέλλοντος. Σε αυτή την επιστημονική ελίτ του τόπου μας. Αυτό είναι ένα επιχείρημα το οποίο δεν εκφράστηκε δημόσια. Το ακαδημαϊκό καθήκον μας είναι να διδάσκουμε τους Μεταπτυχιακούς φοιτητές. Τελεία. Και ξέρετε πόσοι νέοι επιστήμονες με Διδακτορικά υπάρχουν στην Ελλάδα; 7.000. Αυτοί οι 7.000 είναι φοιτητές δικοί μας, όχι γενικά κι αόριστα, είναι φοιτητές που με δικά μας προγράμματα τους φτιάξαμε. Τι λέμε εμείς λοιπόν;  Αν ένα Μεταπτυχιακό πρόγραμμα έχει κάποια πρόσθετα χρήματα και θέλει να τα διαθέσει σε διδάσκοντες το πρώτο που πρέπει να κάνει είναι μία προκήρυξη για νέους επιστήμονες. Κι αν δεν βρεθεί κάποιος νέος επιστήμονας ας έρθει κάποιος που ήδη εργάζεται. Και λέμε, ας παίρνει και 20% του μισθού του. Δεν χάλασε και ο κόσμος. Αλλά δεν μπορούμε να μην δώσουμε ένα πράσινο φως στους νέους επιστήμονες για να τους δείξουμε ότι η Πολιτεία, ακόμα και με αυτό το λίγο -διότι μιλάμε για 600-700 ευρώ το μήνα- να μπορούν αυτά τα παιδιά να κάνουν κι αυτά τα μαθήματα. Αυτή είναι η πολιτική μας. Δεν θέλουμε να κόψουμε από κανέναν τίποτα. Και για να δούμε, στην Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιταλία οι μισθοί είναι τρελοί; Δεν νομίζω! Γιατί δεν γίνονται εκεί αυτά τα πράγματα;  Άλλο είναι να πας να δώσεις μία ομιλία, άλλο είναι να πας να δώσεις μία διάλεξη και στο Μεταπτυχιακό και να σου πληρώσουν τα οδοιπορικά και ένα ονοράριουμ. Και να σας πω και κάτι; Και ελπίζω να μην ακουστεί σε αυτήν την αίθουσα ότι θα κλείσουν και πολλά καλά Μεταπτυχιακά. Αυτοί που κάνουν δωρεάν, είναι στα κακά Μεταπτυχιακά; Ή τα δωρεάν Μεταπτυχιακά, που είναι το 44% των Μεταπτυχιακών που γίνονται στα Ελληνικά Πανεπιστήμια, δεν είναι καλά Μεταπτυχιακά; Κι εξάλλου, ποιος έχει το ηθικό δικαίωμα να πει ότι θα κλείσουν Μεταπτυχιακά; Όταν τα Μεταπτυχιακά τα αποφασίσουν οι διδάσκοντες από συλλογικές διαδικασίες δεν τους αφήνουμε να τα συζητήσουν μεταξύ τους πρώτα; Άρα, ακαδημαϊκοί κανόνες μέχρι τελικής πτώσεως.

Τελειώνω μ’ ένα άλλο θέμα το οποίο έχει κι αυτό  δημιουργήσει στον δημόσιο λόγο κάποιες αναστατώσεις, θα έλεγα. Αυτό αφορά τη λειτουργία της Διοίκησης στα Πανεπιστήμια. Πρώτον, προτείνουμε οι διοικήσεις να εκλέγονται με τον εξής τρόπο: Οι Πρυτάνεις να εκλέγονται ξεχωριστά από τους Αντιπρυτάνεις. Αυτό θα δημιουργήσει μια πιο αντιπροσωπευτική Κεντρική Διοίκηση και νομίζουμε και πιο ουσιαστική. Υπήρξε μία αντίρρηση σ’ αυτό, ότι με το που θα εκλεγούν θα τσακωθούν. Έχει ενδιαφέρον πόσο καθολικά εκφράστηκε αυτός ο φόβος. Πρώτον, έχουν τσακωθεί και προηγούμενα άτομα που ήταν στη Διοίκηση ανεξαρτήτως συστήματος. Έχει όμως σημασία να δούμε αν το Πανεπιστήμιο θέλουμε να το κάνουμε ένα θεσμό συναίνεσης ή ένα θεσμό μόνιμης αντιπαράθεσης. Αν λοιπόν στον δημόσιο λόγο μας, κάτω από ηρεμότερες συνθήκες, είμαστε υπέρ της συναίνεσης, τότε νομίζουμε ότι και τα Πανεπιστήμια πρέπει να είναι σε ένα συναινετικό πλαίσιο. Βεβαίως και συγκρούσεων, αλλά συναινέσεις δεν σημαίνει ότι όλοι συμφωνούν απ΄ την αρχή και ως το τέλος. Σημαίνει ότι συνυπάρχουν με τις διαφορές τους. Εδώ λοιπόν είμαστε κατηγορηματικοί ότι αυτό θα φέρει ένα νέο αέρα στις Διοικήσεις.

Το δεύτερο είναι η φοιτητική συμμετοχή στις Διοικήσεις. Το τι απαράδεκτα πράγματα έχουν ακουστεί στον δημόσιο λόγο είναι να απορεί κανείς. Φέρνουμε πίσω τη δεκαετία του ‘80, συναλλαγές κτλ. Κατ’ αρχήν, ξέρετε, τις συναλλαγές δεν τις κάνανε οι φοιτητές. Ορισμένα μέλη του Διδακτικού Προσωπικού τις κάνανε, οι οποίοι πιάσανε φοιτητές, πιάσανε τα κόμματα και πήραν ευλογίες για διάφορα πράγματα. Εγώ δεν έχω ακούσει να λέμε, όσοι έχουν εμπλακεί στα θέματα συναλλαγών να μη συμμετέχουν.

Οι νέοι άνθρωποι που είναι στα Πανεπιστήμια είναι πολίτες υπεύθυνοι ναι ή όχι; Ή είναι όλοι πρόσωπα που τρομάζει η κοινωνία; Για να ξέρουμε ποιο είναι το Πανεπιστήμιο σήμερα. Υπάρχουν ακραίες περιπτώσεις; Προφανώς και υπάρχουν. Υπάρχουν απαράδεκτες περιπτώσεις; Προφανώς και υπάρχουν. Είναι αυτό που χαρακτηρίζει τα Πανεπιστήμια; Δεν είναι! Εδώ λοιπόν εμείς λέμε υπεύθυνη στάση όλων όσων είναι στο Πανεπιστήμιο μέσα από τις συμμετοχικές διαδικασίες.

Και τρίτο, να δούμε το θέμα του Ασύλου; Για να μη θεωρηθεί ότι δεν το συζητάμε. Κατ’ αρχήν είμαι σίγουρος ότι στην Κοινοβουλευτική Ομάδα τουλάχιστον της ΝΔ, είναι πάρα πολλοί εκείνοι που ψήφισαν τη διάταξη της κυρίας Γιαννάκου του 2007 την οποία επαναφέρουμε. Αυτό είναι το ένα. Το δεύτερο τώρα: Από το 2011 και μετά που κάτω από το χειροκρότημα των 250 και πλέον βουλευτών που ψήφισαν το Νομοσχέδιο και είχε καταργηθεί το Άσυλο, τι ακριβώς έκαναν οι Διοικήσεις των Πανεπιστημίων για να προστατέψουν τη νομιμότητα των χώρων τους και να μην υπάρχει παραβατικότητα; Δεν έκαναν τίποτα. Περίμεναν από την Πολιτεία και κατηγορούν την Πολιτεία ότι ενισχύει την παραβατικότητα. Δεν πρόκειται να το ανεχτούμε αυτό. Βάζουμε κανόνες οι οποίοι είναι η διάταξη για το Άσυλο και ταυτοχρόνως με βάση αυτό, δημιουργούμε μία ομάδα εργασίας στην οποία επικεφαλής θα είναι ο Νίκος Παρασκευόπουλος ο οποίος είναι και πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης και στην οποία θα συμμετέχουν εκπρόσωποι πολλών Υπουργείων και όχι μόνο του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Το θέμα της παραβατικότητας είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό θέμα. Υπάρχει στα Πανεπιστήμια. Η λύση δεν είναι να πηγαίνουν κάθε μέρα οι Αστυνομικοί, αλλά είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο θέμα και νομίζουμε ότι μία τέτοια ομάδα εργασίας στην οποία θα συμμετέχουν και Πρυτάνεις, θα μπορέσει να δημιουργήσει ένα πλαίσιο συζήτησης αυτών των θεμάτων.

Άρα, θέτουμε νέους ακαδημαϊκούς κανόνες, ανοίγουμε τα Πανεπιστήμια στις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις, ενισχύουμε την Επαγγελματική Εκπαίδευση, αφήνουμε νέα περιθώρια ως προς τη συνεργασία με τα ξένα Πανεπιστήμια και γενικά προχωράμε σ’ ένα Νόμο Πλαίσιο για ένα Πανεπιστήμιο που είναι ανοιχτό στην κοινωνία και λογω των Περιφερειακών Συμβουλίων και λόγω των διετών δομών και λόγω των ξενόγλωσσων Μεταπτυχιακών, για τα Προπτυχιακά ξενόγλωσσα λέμε σε συνεργασία με το Διεθνές Πανεπιστήμιο, εκτός αν μας έρθει κάποια σοβαρή πρόταση από τα ΑΕΙ, και γενικότερα είμαστε σε μία φάση που στον Ενιαίο χώρο Εκπαίδευσης και Έρευνας, το Πανεπιστήμιό μας και γίνεται εξωστρεφές αλλά και ταυτόχρονα λειτουργεί και με ακαδημαϊκούς κανόνες εντός του. Αυτό είναι το γενικό περίγραμμα. Θα έχουμε νομίζω την ευκαιρία να πούμε και διάφορα άλλα. 

{youtube}F7Lj3X_d7sY{/youtube}

{youtube}cPoz1FxRQzQ{/youtube}


Πηγή: Υπουργείο Παιδείας