Τοποθέτηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Θανάση Μιχελή στη Βουλή σε άρθρα σχεδίου νόμου που αφορούν την εκπαίδευση

Η ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΘΑΝΑΣΗ ΜΙΧΕΛΗ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ, ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΠΟΥ ΨΗΦΙΖΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.

Από τα Πρακτικά της Βουλής…

“…Κύριε Μιχελή, έχετε το λόγο.

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΙΧΕΛΗΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πολλά και ενδιαφέροντα τα γενικά και τα εκτός σχεδίου νόμου. Δεν θα σταθώ ανάλογα. Θα αναφερθώ σε συγκεκριμένα άρθρα του σχεδίου νόμου που αφορούν στην εκπαίδευση.

Πρώτον, υπηρεσιακά συμβούλια. Με το σχέδιο νόμου τι ακριβώς γίνεται. Λήγει η θητεία των δύο υπηρεσιακών μελών των συμβουλίων και ορίζεται η διαδικασία επιλογής τους. Η θητεία των αιρετών μελών παραμένει έως τη λήξη της. Να σημειώσω ότι παρατείνεται η θητεία των διευθυντών εκπαίδευσης που exofficio είναι και πρόεδροι των συμβουλίων όταν αυτή έχει λήξει 31 Αυγούστου του 2015.

Επί του θέματος αυτού κατά τη συζήτηση ακούστηκαν από τα υπερβολικά όπως «καταργούνται τα υπηρεσιακά συμβούλια» έως «ενδιαφέροντα, αλλά ενδεχομένως μη λειτουργικά», «να ορίζονται τα μέλη με κλήρωση».

Επ’ αυτού σημειώνω ότι συζητάμε για υπηρεσιακά συμβούλια και δεν ξέρω πότε, πού και πώς υπηρεσιακά συμβούλια οριζόμενα με κλήρωση μπορούν να ασκούν διοίκηση. Δεν είναι διεκπεραιωτικά, είναι όργανα διοίκησης.

Πάντως, η έως σήμερα ιστορική διαδρομή των υπηρεσιακών συμβουλίων καταγράφει απλά και μόνο τη συμμετοχή των αιρετών των εργαζομένων σ’ αυτά. Ένας θεσμοθετήθηκε το 1975 και δύο αιρετοί στα πέντε μέλη των υπηρεσιακών συμβουλίων το 1986. Την πλειοψηφία διατηρούσε πάντα η Διοίκηση και τα υπηρεσιακά συμβούλια επιλέγονταν πάντα από τους προϊσταμένους τους, είτε Υπουργούς είτε περιφερειακούς διευθυντές, τους οποίους όριζε ο Υπουργός με νομοθέτημα του 2000, ενώ για πρώτη φορά ορίστηκαν το 2002. Και αυτό το λέω, διότι ειπώθηκαν και ανακρίβειες, θεωρώ εκ παραδρομής. Μέσω αυτών των συμβουλίων, το Υπουργείο στα πλαίσια του νόμου προσπαθεί να εφαρμόσει την πολιτική του.

Κλείνω επί του θέματος με μια επισήμανση. Θεωρώ ότι το ζήτημα της συγκρότησης των συμβουλίων ουσιαστικά εμπλέκεται -χωρίς πάντα αυτό να ομολογείται- με πιθανές αυθαιρεσίες των αποφάσεών τους.

Κατά συνέπεια, πέραν της προσεκτικής και ορθολογικής συγκρότησής τους, θα πρέπει να θεσμοθετηθούν πρώτον, η απολύτως σαφής αρμοδιότητά τους –αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό- και δεύτερον, η απαίτηση τεκμηριωμένων και επαρκώς αιτιολογημένων αποφάσεων. Αυτό δεν ισχύει σε μεγάλο βαθμό. Και εδώ είναι η καρδιά του προβλήματος και γι’ αυτό θα πρέπει να σταθούμε.

Το δεύτερο θέμα είναι η θητεία και οι επιλογές στελεχών στην εκπαίδευση. Θα σταθώ λίγο ιστορικά. Από το 1982 που έπαψε να εφαρμόζεται στη διοίκηση της χώρας το κλασικό ιεραρχικό μοντέλο ανάδειξης και εξέλιξης στελεχών -αυτό που στην επιστημονική ορολογία καταγράφεται ως «γραφειοκρατικό μοντέλο διοίκησης», bureaucracy στα γαλλικά- και ακολουθήθηκε το μοντέλο της επιλογής στελεχών με θητεία και αξιολόγηση συγκεκριμένων προσόντων, παρατηρούνται τα εξής:

Πρώτον, ουδέποτε τηρήθηκε η προβλεπόμενη θητεία. Πάντα αυτήν την έληγαν οι κυβερνήσεις όταν άλλαζαν και μ’ αυτόν τον τρόπο άλλαζαν και τα στελέχη.

Δεύτερον, με τις αλλαγές κυβερνήσεων κατά κανόνα άλλαζε και η σχετική νομοθεσία. Κύριο χαρακτηριστικό ήταν μέσω της αλλαγής της νομοθεσίας η αναδιάταξη της βαρύτητας των προσόντων και των διαδικασιών αξιολόγησης. Μερικά από αυτά τα προσόντα ήταν τα εξής: τυπικά προσόντα, επιστημονικά προσόντα, συνέντευξη, διαγωνισμός του ΑΣΕΠ -που έγινε μόνο μια φορά το 2007-και ψηφοφορία εκπαιδευτικών για ανάδειξη στελεχών που έγινε μόνο μια φορά πρόσφατα. Όλα αυτά τα προσόντα εναλλάσσονταν σε βαρύτητα ως κριτήρια επιλογής.

Κατά τη γνώμη μου, η παραπάνω τακτική ουδόλως αποτελεί εποικοδομητική τακτική ανάδειξης στελεχών που έχει ανάγκη κάθε διοικούμενος οργανισμός και ιδιαίτερα η εκπαίδευση. Αυτή φρονώ πως πρέπει να είναι η επιδίωξη ενός ευρύτατου διαλόγου, όπως τον προανήγγειλε ο Υπουργός Παιδείας και πιστεύω ότι θα αρχίσει σύντομα.

Και επειδή, κύριε Πρόεδρε, «ουκ εν τω πολλώ το ευ», σας ευχαριστώ και σταματώ εδώ…”