Απάντηση του ΙΕΠ για την μείωση των γραπτώς εξεταζομένων μαθημάτων στα ΓΕΛ

Με αφορμή ανακοινώσεις επιστημονικών ενώσεων που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας θεωρούμε αναγκαίο να επισημάνουμε τα εξής:

  1. Η μείωση του «εξεταστικού φόρτου» και γενικότερα η προσαρμογή των σχολικών προγραμμάτων στις πραγματικές δυνατότητες των παιδιών δεν συνιστά ούτε «εμμονή» ούτε κάποιου είδους «ιδεολογικοποίηση». Αντίθετα, προέκυψε ως έλλογο αίτημα της ίδιας της εκπαιδευτικής κοινότητας, που τεκμηρίωσε, και θεωρητικά και ερευνητικά, τη θέση ότι τα προγράμματα σπουδών και τα σχολικά βιβλία, σε όλα σχεδόν τα διδασκόμενα μαθήματα, προβάλλουν υπερβολικές απαιτήσεις, τόσο στο Γυμνάσιο όσο και στο Λύκειο (βλ. π.χ. 8ο Εκπαιδευτικό Συνέδριο της ΟΛΜΕ και τα δημοσιευμένα πορίσματα του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου).
  2. Είναι ξένο προς τις σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις το επιχείρημα ότι ένα μάθημα / μια επιστήμη καταξιώνεται στα μάτια της εκπαιδευτικής κοινότητας μόνον εφόσον συμπεριλαμβάνεται στις γραπτές προαγωγικές εξετάσεις του Ιουνίου. Αντίθετα, η διεθνής εκπαιδευτική πραγματικότητα παρέχει πληθώρα εναλλακτικών πρακτικών, που δίνουν έμφαση στην άμεση και συστηματική υποστήριξη των παιδιών (διαμορφωτική αξιολόγηση) έναντι μιας τελικής, γραπτής εξέτασης.
  3. Συνιστά βαρύτατο ολίσθημα να χαρακτηρίζεται συλλήβδην το Γυμνάσιο «άχρηστη εκπαιδευτική βαθμίδα» και «τρίχρονο parking παιδιών», και το δημόσιο σχολείο, για το οποίο όλοι μας καθημερινά πασχίζουμε, «σχολείο της αμάθειας». Με τέτοιους αβάσιμους χαρακτηρισμούς απαξιώνεται το έργο χιλιάδων εκπαιδευτικών συναδέλφων τους, που μοχθούν καθημερινά στις σχολικές τάξεις για ποιότητα στην εκπαίδευση και μείωση των μορφωτικών ανισοτήτων. Ταυτόχρονα τέτοιοι χαρακτηρισμοί εκπέμπουν προς την κοινωνία εσφαλμένα μηνύματα, που πριμοδοτούν ακούσια την υπονόμευση της δημόσιας εκπαίδευσης.
  4. Είμαστε βέβαιοι ότι ο κόσμος που υπηρετεί με αφοσίωση και ανιδιοτέλεια τα γράμματα και τις επιστήμες, και μέσα από τις επιστημονικές ενώσεις, επιθυμεί κριτικές προσεγγίσεις που διακρίνονται από νηφαλιότητα, ορθολογισμό, έγκυρο και απροκατάληπτο επιστημονικό λόγο, και αποστρέφεται τις ακρότητες, τους εύκολους αλλά ατεκμηρίωτους αφορισμούς και βεβαίως τους απαράδεκτου ύφους προσωπικούς χαρακτηρισμούς.

Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, αρμόδιο για την επιστημονική διερεύνηση των θεμάτων που συνδέονται με τη σχολική εκπαίδευση και το σχεδιασμό  εκπαιδευτικής πολιτικής, γνωμοδοτεί προς τον εποπτεύοντα φορέα που τελικά αποφασίζει, δηλαδή το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, με τον οποίο η συνεργασία είναι συστηματική και πλήρης.

[Το Δελτίο Τύπου]